Τα «λαχεία» του χειμώνα
Το ότι θα λείψουν τα γκολ του Πρίγιοβιτς στον ΠΑΟΚ, ούτε συζήτηση. Και όχι μόνο αυτό. Πολύ δύσκολα θα βρεθεί στο μέλλον άμεσο ή έμεσο, παίκτης με τα δικά του στατιστικά επιτεύγματα. Με μέσο όρο 1,6 ανά παιχνίδι στο πρωτάθλημα βρήκε τον δρόμο προς τα δίκτυα 35 φορές στα 56 παιχνίδια που αγωνίστηκε. Προσθέστε τα 12 σε 15 ματς κυπέλλου συν τα 8 Ευρωπαϊκά σε 16 αγώνες για να αναλογιστείτε γιατί μέγεθος μιλάμε.
Το δίχως άλλο η κορυφαία χειμερινή μεταγραφή του «Δικεφάλου» από το 1979 που ξεκίνησε η δεύτερη περίοδος με την έλευση του επαγγελματισμού στο Ελληνικό ποδόσφαιρο.
Το εφετινό παζάρι είναι το 40ο και με αφορμή το ότι πέρα πάσης αμφισβήτησης έβγαλε και με το παραπάνω τα λεφτά του για να αποκτηθεί τον Γενάρη του 2017 από την Λέγκια, επιχειρήσαμε να καταγράψουμε και να θυμηθούμε ανάλογες περιπτώσεις.
Είναι γεγονός ότι οι χειμερινές μεταγραφικές κινήσεις περιέχουν μεγάλο ποσοστό ρίσκου καθώς τις περισσότερες φορές γίνονται κάτω από πίεση χρόνου και αποτελεσμάτων για να φθάσει η ομάδα που τις κάνει στους στόχους της.
Υπάρχουν και αρκετά εκβιαστικά διλήματα που θέτουν οι ομάδες που πουλούν παίκτες των οποίων τα συμβόλαια μπαίνουν στην τελική ευθεία της λήξης με συνέπεια να είναι εξαιρετικά συχνό το φαινόμενο της υπεραξίας. Σίγουρα και στην περίπτωση του Πρίγιοβιτς έχουμε να κάνουμε με υπεραξία καθώς πλην των Αραβικών ομάδων ή εσχάτως και των Κινεζικών δεν θα μπορούσε να διαθέσει καμία άλλη να διαθέσει 10 εκατ.ευρώ για την ρήτρα και μόνο χωρίς να υπολογίσουμε τα χρήματα που θα πάρει ο 29χρονος φορ έως τον Ιούνιο του 2021. Χρήματα που φθάνουν και περισσεύουν για να ζήσουν και τα εγγόνια των δισεγγόνων του.
Το 2021 μάλιστα θα είναι μόλις 31 (γεννήθηκε το 1990) και λογικά θα είναι σε θέση να διεκδικήσει ένα ακόμη ισχυρό συμβόλαιο.
Ζαγοράκης-Ναλιτζής
Ανατρέχοντας στις χειμερινές μεταγραφές του ΠΑΟΚ από το 1979 και αφού βρήκαμε ένα σωρό αποτυχημένες κινήσεις σταματήσαμε σε δύο περιπτώσεις.
Του νυν Ευρωβουλευτή της Νέας Δημοκρατίας Θοδωρή Ζαγοράκη και του Δημήτρη Ναλιτζή.
Ο αρχηγός της εθνικής μας στο ανεπανάληπτο Euro του 2004, πήγε στον «Δικέφαλο» τον Δεκέμβριο του 1992 από την Καβάλα και καθιερώθηκε με το που πρωτοφόρεσε την ασπρόμαυρη φανέλα σε ένα ντέρμπι με τον Άρη στο «Βικελίδης».
Τα υπόλοιπα τα έγραψε η ιστορία και δεν χρειάζεται να επεκταθούμε περισσότερο καθώς πριν εκλεγεί στο Ευρωκοινοβούλιο το 2014 υπήρξε και πρόεδρος του ΠΑΟΚ παραιτούμενος τέτοιες μέρες το 2012.
Ο Ναλιτζής είχε κάνει ένα εκπληκτικό ξεκίνημα με τον Πανιώνιο την σεζόν 1999-2000 και ήταν πρώτος σκόρερ με 13 γκολ πριν «ανηφορίσει» για Θεσσαλονίκη.
Πέτυχε έντεκα ακόμη γκολ στον δεύτερο γύρο με τον «Δικέφαλο» και φθάνοντας τα 24 συνολικά έγινε ο πρώτος παίκτης του ΠΑΟΚ που αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος πριν τον μιμηθούν ο Σαλπιγγίδης το 2006 (17 γκολ) και φυσικά ο Πρίγιοβιτς στη περσινή περίοδο με 19.
Σαβέφσκι-Βαζέχα
Αλλά αν μιλάμε για τις κορυφαίες μεταγραφικές χειμερινές κινήσεις, σταματάμε και τελειώνουμε σε δύο τεράστιες ποδοσφαιρικές προσωπικότητες: Τον Τόνι Σαβέφσκι και τον Κρίστο Βαζέχα. Ήρθαν στην Ελλάδα με ένα χρόνο διαφορά. Ο Σκοπιανός τον Δεκέμβριο του 1988 και ο Πολωνός δώδεκα μήνες αργότερα.
Πριν ακριβώς από 30 ακριβώς χρόνια είχε εκμεταλευτεί μία καθαρά πολιτική απόφαση για άγρα ψήφων της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ μέσα στη διαφαινόμενη θύελλα του σκανδάλου Κοσκωτά. Η απόφαση ήταν να αυξηθούν οι ξένοι με δικαίωμα συμμετοχής στο Ελληνικό πρωτάθλημα από δύο σε τρεις. Η ΑΕΚ διέθετε τότε τους Οκόνσκι και Νίλσεν με τον Μπάγεβιτς να φέρνει έναν παντελώς άγνωστο νεαρό, τον Σαβέφσκι για τρίτο άσχετα αν τελικά έδωσε τον Νίλσεν στον Ηρακλή και έμεινε με δύο. Στο τέλος της σεζόν η ΑΕΚ στην πρώτη σεζόν Ντούσκο και Σαβέφσκι πανηγύρισε το πρώτο πρωτάθλημα από το 1979.
Ένα χρόνο αργότερα προτάθηκε μυστικά στον Γιώργο Βαρδινογιάννη ένας άσημος φορ από την Πολωνία που κανείς τότε δεν μπορούσε να προφέρει σωστά το επίθετο του: Krzysztof Warzycha. Τον γρίφο τον έλυσε ο ίδιος προφέροντας σχεδόν συλλαβιστά το επίθετο του στην κάμερα του MEGA CHANNELL: Βα-ζέ-χα.
Τα υπόλοιπα τα έγραψε η ιστορία του Ελληνικού ποδοσφαίρου με χρυσά γράμματα. Ο Τόνι έμεινε έως το 2001 όταν μέσα σε ένα βράδυ μετατράπηκε από παίκτης σε προπονητή διαδεχόμενος τον αείμνηστο Γιάννη Παθιακάκη στην τεχνική ηγεσία της ΑΕΚ, αγωνιζόμενος σε 357 αγώνες με την Ένωση στην Σούπερ Λίγκα.
Ο Βαζέχα πυροβολούσε ακατάπαυστα έως το 2004 φθάνοντας τα 244 γκολ σε 390 αγώνες πρωταθλήματος.
«Ερυθρόλευκο» καρέ
Ο Ολυμπιακός μπορεί να είχε τις περισσότερες χειμερινές «γκέλες» από οποιαδήποτε άλλη ομάδα σε αυτά τα 40 χρόνια αλλά έχει να επιδείξει και τεράστιες επιτυχίες. Η πρώτη έχει να κάνει με τον Νίκο Αναστόπουλο το 1981 χωρίς καμία άλλη προσθήκη για την τεράστια προσφορά του «Μουστάκια». Του πρώτου Έλληνα με μεταγραφή στο εξωτερικό μία δεκαετία πριν το μπαμ με την υπόθεση Μποσμάν που έδωσε την ευκαιρία σε όλους να ονειρεύονται καριέρα εκτός συνόρων.
Ο Αναστό το έκανε πράξη το 1987 μετακινούμενος στην Αβελίνο.
Το 1987 έπιασε λιμάνι από την Βέροια ο Γιώτης Τσαλουχίδης, το 1995 ο Γρηγόρης Γεωργάτος ντύθηκε στα «ερυθρόλευκα» προερχόμενος από την Παναχαϊκή και το 2006 ο Τοροσίδης άφηνε την Ξάνθη για προετοιμάσει την σπουδαία καριέρα του στον Ολυμπιακό.
Το τρομερό 1987
Θα μπορούσαμε να αραδιάσουμε ένα κάρο ονόματα που μετακινήθηκαν χειμωνιάτικα αλλά σίγουρα θα παραλείψουμε πολλούς και θα ήταν άδικο.
Στη κορυφή πάντως θα βάλουμε τις περιπτώσεις των Χουάν Ραμόν Ρότσα (Μπόκα Τζούνιορς-Παναθηναϊκός), Βασίλη Τσάρτα (Νάουσα-ΑΕΚ), Γιώργου Χ. Γεωργιάδη (Δόξα-Παναθηναϊκός), Γιούρκα Σεϊταρίδη (ΠΑΣ Γιάννινα-Παναθηναϊκός) και Γιάννη Μανιάτη (Πανιώνιος-Ολυμπιακός).
Όσοι έζησαν τον απίστευτο Δεκέμβριο του 1987 και ειδικά οι φίλοι του Ολυμπιακού αποκλείεται να ξεχάσουν την κοσμογονία στο «φύγε εσύ, έλα εσύ». Ο Κοσκωτάς δεν είχε καν μήνα στην προεδρία του Ολυμπιακού και άρχισε να σκορπά αλόγιστα χρήματα.
Τα μάζεψαν και έφυγαν από του Ρέντη πάνω από δέκα (Σάντμπεργκ, Ψεύτης, Ζελιλίδης, Βαίτσης, Τόγιας, Χαρδαλιάς, Κωστίκος, Χάβος, Κοκολάκης, Σεμερτζίδης κλπ) και πήγαν άλλοι τόσοι και περισσότεροι (Φούνες, Αγκίρε, Παχατουρίδης, Τσαλουχίδης, Τσιαντάκης, Μουστακίδης, Μπανιώτης, Σοφιανόπουλος, Νεντίδης, Χαντζίδης, Πλίτσης, Ταληκριάδης, Δρακόπουλος, Κριεζής).
Σχολιάστε